Αρθρογραφία


Μορφές Γάμου-Ένωσης & Συναινετικό Διαζύγιο

Μελικόκη Βίβιαν | 16/05/2015

Με αφορμή ένα συνέδριο, στο οποίο συμμετείχα πριν λίγο καιρό, αναφορικά με τις σχέσεις των συζύγων πριν και μετά το γάμο, μου δόθηκε το έναυσμα και έκανα μια μικρή έρυνα σχετικά με το θέμα “Γάμος”. Έτσι λοιπόν, θα παραθέσω αρχικά τις διάφορες μορφές που έχει προβλέψει ο νομοθέτης, προκειμένου δύο άτομα να αποκτήσουν κοινό βίο.

    Η πρώτη και πατροπαράδοτη μορφή είναι ο θρησκευτικός γάμος που τελείται με τη γνωστή ιερολογία στην εκκλησία, σύμφωνα με το χριστιανικό δόγμα. Η δεύτερη μορφή είναι αυτή του πολιτικού γάμου, ο οποίος εισήχθη στην ελληνική έννομη τάξη με νοσμοσχέδιο το 1982. Σε επίπεδο δημοφιλίας, η κυριαρχία του θρησκευτικού γάμου έναντι του πολιτικού υπήρξε σχεδόν απόλυτη μέχρι την αλλαγή του αιώνα, με το ποσοστό των θρησκευτικών γάμων να ξεπερνά το 90% του συνολικού αριθμού τους. Εντούτοις, τα πράγματα άρχιζαν να αλλάζουν από τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα. Ο πολιτικός γάμος άρχισε να κερδίσει σταδιακά έδαφος και το 2012 έγινε η μεγάλη ανατροπή, ενόψει βέβαια και της οικονομικής κρίσης. Σύμφωνα με στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ), που ανακοινώθηκαν την 1η Αυγούστου του 2013, οι πολιτικοί γάμοι ξεπέρασαν για πρώτη φορά τους θρησκευτικούς (51,8% έναντι 48,2%).
    Εφτά χρόνια πριν, δημιουργήθηκε και μια τρίτη νέα μορφή, γνωστό ως και σύμφωνο συμβίωσης, το οποίο θεσπίστηκε με το νόμο  3719/2008 και χαρακτηρίζεται από μία χαλαρότητα. Μάλιστα, ο κ. Παπαχρίστου, Kαθηγητής Αστικού Δικαίου του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει   τα όσα αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση “Το «σύμφωνο συμβίωσης» δεν είναι ένας «ατελής» γάμος, αλλά ένα θεσμικό μόρφωμα εναλλακτικής συμβίωσης ετερόφυλων προσώπων. Δεν συνιστά επομένως, υποκατάστατο ενός ανέφικτου γάμου, δεν απευθύνεται σε εκείνους που αδυνατούν να συνάψουν γάμο, αλλά αποτελεί ένα alliud σε σχέση με το γάμο και επιλέγεται από αυτούς που επιθυμούν κάποια πιο ελεύθερη μορφή θεσμοποιημένης συμβίωσης, καθώς ισχύουν τα ίδια κωλύματα με εκείνα που εμποδίζουν τη σύναψη έγκυρου γάμου (με εξαίρεση το κώλυμα της αγχιστείας, που περιορίζεται μόνο στην ευθύγραμμη συγγένεια, αφού και για το γάμο η ύπαρξη κωλύματος μέχρι τον τρίτο εκ πλαγίου βαθμό αγχιστείας κρίνεται υπερβολική).Η διαφορετικότητα του εκδηλώνεται κυρίως στον τρόπο σύναψης και λύσης του, όπου απαιτείται –και αρκεί– ο συμβολαιογραφικός τύπος.  Η χαλαρότητα του συμφώνου έγκειται στο περιορισμένο, σε σχέση με ό,τι ισχύει στο γάμο, κληρονομικό δικαίωμα του επιζώντος συντρόφου. Τροχοπέδη, η οποία εύκολα αντισταθμίζεται με τη σύνταξη διαθήκης πουθα περιλαμβάνει ευνοϊκότερους όρους για τον επιζώντα σύντροφο.”
    Στον αντίποδα της σύναψης γάμου βρίσκεται η λύση του, η οποία σύμφωνα με το ελληνικό δίκαιο επέρχεται με το διαζύγιο είτε κατ’αντιμωλία/αντιδικία των συζύγων είτε με την από κοινού συναίνεση. Σε αντίθεση, το σύμφωνο συμβίωσης λύεται όχι μόνο με συμφωνία και των δύο μερών, αλλά και με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, κοινοποιούμενη στο άλλο μέρος.
    Το συναινετικό διαζύγιο τυποποείται στο άρθρο 1441 του Αστικού Κώδικα, ο οποίος από το    1983 μέχρι και λίγα χρόνια πριν όριζε ως προϋποθέσεις να έχει διαρκέσει ο έγγαμος βίος τουλάχιστον ένα χρόνο και να υποβληθεί κοινή αίτηση συζύγων, σύμφωνα με τη διαδικασία εκούσιας διαδικασίας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου της κοινής τους κατοικίας. Το άρθρο 16 Ν. 1329/83, με το οποίο εισήχθη, επίτασσε δύο συνεδριάσεις που απέχουν η μία από την άλλη τουλάχιστον έξι μήνες και φυσικά, αν υπάρχουν ανήλικα τέκνα, έγγραφη συμφωνία που ρυθμίζει επιμέλεια τέκνων και επικοινωνία με αυτα. Με το άρθρο 3 Ν.4055/12, η διαδικασία απλοποιήθηκε. Πλέον αυτό που είναι απαραίτητο, προκειμένου να έρθει το τέλος του γάμου είναι η έγγραφη συμφωνία υπογεγραμμένη από κοινού καθώς και από τους πληρεξούσιους δικηγόρους ότι συναινούν στη λύση του. Επίσης, βάσει αυτού του νέου νόμου καταργούνται οι δύο συνεδριάσεις, πλέον αρκεί η μια, και η διάρκεια του γάμου που προαπαιτείται μειώνεται στους έξι μήνες. Από άποψη εγγράφων που προσκομίζονται τα πράγματα είναι ακόμα πιο απλά. Απαιτείται η ληξιαρχική πράξη του γάμου, πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης (χωρίς ληξιαρχική πράξη γέννησης των τέκνων) και φυσικά η  έγγραφη συμφωνία, με την οποία δηλώνεται η βούληση γαι τη λύση, καθώς και η ρύθμιση της  επιμέλειας των τέκνων, της επικοινωνίας με αυτά και η κατανομή των περιουσιακών στοιχείων.
    Από αρχαιοτάτων χρόνων, υφίστατο ο θεσμός του διαζυγίου και εντοπιζόταν στο δικαιικό κόσμο τόσο της κοινωνίας της Σάμου, όσο και της Κορίνθου, στο πλαίσιο του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης του κάθε ανθρώπου. Ωστόσο, κατόπιν της κυριαρχίας του Καθολικισμού στο δυτικό κόσμο, υπήρξε μια μεταστροφή της νοοτροπίας σχετικά με τη λύση του γάμου των συζύγων, σε σημείο που είχε ενοχοποιηθεί και αντιμετωπιζόταν με καχυποψία ακόμα και στα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση. Τα τελευταία είκοσι χρόνια, εντούτοις, το κλίμα έχει αλλάξει και η τροπή των σημερινών δεδομένων είναι ένας στους δύο γάμους να καταλήγει σε λύση.Εγείρεται λοιπόν το ερώτημα: Οι διαφορετικές μορφές σύμβασης που πλέον παρέχουν τη δυνατότητα σε δύο άτομα να ενώσουν τις ζωές τους δίνουν “λύση στο πρόβλημα” των διαζυγίων ή μήπως αυτή η ¨παθογένεια” έγκειται αλλού, βαθύτερα?
    Η κυρία Θεοφανώ Παπαζήση, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Αστικού Δικαίου του ΑΠΘ, η οποία συμμετείχε και στο συνέδριο που συμμετείχα, τοποθετείται πολύ εύστοχα επ’αυτού: “Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη πολυπολιτισμική κοινωνία της γρήγορης μετακίνησης, των διεθνών γάμων, της συχνής αλλαγής εργασίας και καριέρας, της τάσης για νομοθετική ενοποίηση, ένα σύγχρονο νομοθέτημα που τσιγκουνεύεται να παράσχει δικαιώματα τα οποία έχουν καταξιωθεί στη συνείδηση του κόσμου, δημιουργεί αυτόματα το ερώτημα: γιατί; Τι θα συμβεί αν ο σύντροφος έχει το ίδιο σε ποσοστό κληρονομικό δικαίωμα με τον σύζυγο που επιζεί; Θα σωθούν οι γάμοι που καταρρέουν; Μάλλον απίθανο. Ο νομοθέτης πρέπει να προσφέρει τα κλειδιά, τα μέσα. Οι πολίτες θα κρίνουν, πότε και τι από όλα θα χρησιμοποιήσουν. Το νομοθέτημα/ μέσον πρέπει να υπάρχει, ικανό να καλύψει τις ανάγκες με ικανοποιητικό τρόπο.”
    Συνοπτικα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι συνθήκες και οι ανάγκες μεταβάλλονται από τη μια στιγμή στην άλλη, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι ακολουθώντας τις, να διαμορφώνονται διαρκώς νέα κοινωνικά φαινόμενα. Η νομική ως κοινωνική επιστήμη οφείλει να αφουγκράζεται τον παλμό της σύγχρονης ζωής και κατ’επέκταση μέλημα του νομοθέτη είναι να ρυθμίζει τις ανθρώπινες σχέσεις, με τον καλύτερο τρόπο, ώστε να επιτυγχάνεται η κοινωνική ειρήνη.    

 


Σχόλια

comments powered by Disqus

Διαβάστε επίσης από αυτόν το Συντάκτη: